Extavia
ιντερφερόνη βήτα-1bΠώς χρησιμοποιείται το Extavia;
Η αγωγή με Extavia πρέπει να αρχίζει υπό την επίβλεψη γιατρού με πείρα στη θεραπεία της σκλήρυνσης κατά πλάκας. Η θεραπεία πρέπει να ξεκινάει με 62,5 μικρογραμμάρια (ένα τέταρτο της δόσης), χορηγούμενα κάθε δεύτερη ημέρα και να αυξάνεται σταδιακά επί διάστημα 19 ημερών μέχρι τη συνιστώμενη δόση των 250 μικρογραμμαρίων (8 ΜIU) χορηγούμενων κάθε δεύτερη ημέρα. Το Extavia χορηγείται με υποδόρια ένεση. Οι ασθενείς μπορούν να κάνουν μόνοι τους την ένεση με το Extavia, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν εκπαιδευθεί κατάλληλα.
Σε ασθενείς χωρίς απόκριση, η αγωγή με Extavia πρέπει να διακόπτεται.
Πώς δρα το Extavia;
Η δραστική ουσία του Extavia, η ιντερφερόνη βήτα-1b, ανήκει σε μια ομάδα φαρμάκων που ονομάζονται ιντερφερόνες. Οι ιντερφερόνες είναι φυσικές ουσίες που παράγονται από τον οργανισμό για να ενισχύσουν την αντίστασή του σε λοιμώξεις που προκαλούνται από ιούς. Ο ακριβής τρόπος δράσης του Extavia στη σκλήρυνση κατά πλάκας δεν είναι ακόμη γνωστός, αλλά η βήτα-ιντερφερόνη φαίνεται ότι μειώνει τη δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος (της φυσικής άμυνας του οργανισμού) και αποτρέπει τις υποτροπές της σκλήρυνσης κατά πλάκας.
Στις μελέτες το Extavia συγκρίθηκε με εικονικό φάρμακο. Ο βασικός δείκτης μέτρησης της αποτελεσματικότητας ήταν η καθυστέρηση στην εξέλιξη της αναπηρίας. Στη μελέτη του Extavia σε ασθενείς με ένα μόνο απομυελινωτικό επεισόδιο μετείχαν 487 ασθενείς οι οποίοι επί δύο έτη λάμβαναν είτε Extavia είτε εικονικό φάρμακο. Στη μελέτη μετρήθηκε το χρονικό διάστημα έως την ανάπτυξη κλινικά επιβεβαιωμένης σκλήρυνσης κατά πλάκας στους ασθενείς.
Extavia Ποιο είναι το όφελος του Extavia σύμφωνα με τις μελέτες;
Σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα σκλήρυνση κατά πλάκας, το Extavia ήταν αποτελεσματικότερο από το εικονικό φάρμακο όσον αφορά τη μείωση του αριθμού των ετήσιων υποτροπών: οι ασθενείς που έλαβαν το φάρμακο παρουσίασαν κατά μέσο όρο 0,84 υποτροπές ανά έτος, ενώ εκείνοι που έλαβαν εικονικό φάρμακο 1,27 υποτροπές. Σε μία από τις δύο μελέτες που διεξήχθησαν σε ασθενείς με δευτερεύουσα προϊούσα σκλήρυνση κατά πλάκας διαπιστώθηκε σημαντική καθυστέρηση στο χρονικό διάστημα έως την εξέλιξη της αναπηρίας (μείωση κινδύνου κατά 31% λόγω του Extavia), καθώς και στο χρονικό διάστημα καθήλωσης στην αναπηρική καρέκλα (39%).. Στη δεύτερη δοκιμή δεν παρατηρήθηκε καθυστέρηση στον χρόνο εξέλιξης της αναπηρίας. Σε αμφότερες τις δοκιμές, το Extavia επέφερε μείωση στον αριθμό (30%) των κλινικών υποτροπών.
Στη μελέτη ασθενών με ένα μόνο απομυελινωτικό επεισόδιο, διαπιστώθηκε ότι το Extavia μείωσε τον κίνδυνο ανάπτυξης κλινικά επιβεβαιωμένης σκλήρυνσης κατά πλάκας: το 28 % των ασθενών που έλαβαν Extavia ανέπτυξε σκλήρυνση κατά πλάκας σε σύγκριση με το 45 % εκείνων που έλαβαν εικονικό φάρμακο.
Ποιοι κίνδυνοι συνδέονται με το Extavia;
Οι συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες του Extavia είναι συμπτώματα παρόμοια με αυτά της γρίπης (όπως πυρετός, ρίγη, αρθραλγία [πόνος στις αρθρώσεις], κακουχία [αδιαθεσία], εφίδρωση, πονοκέφαλος και μυαλγία [πόνος στους μυς]) και αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες παρουσιάζονται συχνά στην αρχή της θεραπείας και υποχωρούν συνήθως στη συνέχεια της θεραπείας.
Ο πλήρης κατάλογος των ανεπιθύμητων ενεργειών που αναφέρθηκαν με το Extavia περιλαμβάνεται στο φύλλο οδηγιών χρήσης. Το Extavia δεν πρέπει να χορηγείται σε άτομα με ιστορικό υπερευαισθησίας (αλλεργίας) στη φυσική ή ανασυνδυασμένη ιντερφερόνη βήτα, στην ανθρώπινη λευκωματίνη ή σε οποιοδήποτε άλλο από τα συστατικά του φαρμάκου.
Η αγωγή με Extavia δεν πρέπει να ξεκινάει κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Εάν μια γυναίκα μείνει έγκυος ενώ χρησιμοποιεί το φάρμακο, πρέπει να συμβουλευθεί τον γιατρό της.
Το Extavia δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς που πάσχουν από βαριά κατάθλιψη ή/και αυτοκτονικό ιδεασµό. Το Extavia δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς με µη αντιρροπούµενη ηπατοπάθεια (μη φυσιολογική λειτουργία του ήπατος).